Λόγω των απειλών του Τραμπ ότι θα αγοράσει τη Γροιλανδία, «Το Βήμα» συνομίλησε με τον Μαρκ Γιάκομπσεν, επίκουρο καθηγητή στο Βασιλικό Κολέγιο Αμυνας της Δανίας, ειδικό στη Γροιλανδία και τη διπλωματία της Αρκτικής, συγγραφέα του βιβλίου με τίτλο «Greenland In Arctic Security» (2024).
Γιατί ο Τραμπ έχει αποκτήσει ένα είδος εμμονής με τη Γροιλανδία;
«Για τρεις λόγους. Ο πρώτος είναι η γεωστρατηγική θέση της. Στη Γροιλανδία βρίσκεται η αμερικανική αεροπορική βάση Τούλε, που έχει μετονομαστεί σε διαστημική βάση Πίτουφικ, η οποία είναι πολύ σημαντική για την ασφάλεια των ΗΠΑ από πιθανή πυραυλική επίθεση της Ρωσίας. Ο δεύτερος λόγος είναι τα κοιτάσματα μετάλλων στο νότιο τμήμα της Γροιλανδίας, χρήσιμα για την παραγωγή προϊόντων υψηλής τεχνολογίας και όπλων.
Ο τρίτος λόγος είναι το τεράστιο «εγώ» του Τραμπ, που εντυπωσιάζεται με το τεράστιο μέγεθος της Γροιλανδίας. Η ιδέα να αυξήσει το έδαφος των ΗΠΑ είναι πολύ ελκυστική για τον Τραμπ, θέλει να αποκτήσει τον Καναδά και τη Διώρυγα του Παναμά. Πρόκειται για επικίνδυνη ρητορική, αντίστοιχη με του ρώσου προέδρου Πούτιν για την Ουκρανία και του κινέζου προέδρου Σι για την Ταϊβάν».
Πώς αντιδρά η Δανία έναντι του Τραμπ και αυτής της ρητορικής;
«Η πρωθυπουργός της Δανίας, Μέτε Φρέντερικσεν, επισκέφθηκε την Τρίτη το Βερολίνο, το Παρίσι και τις Βρυξέλλες με στόχο να ενισχύσει τη στήριξη της ΕΕ στη Δανία και να πείσει τους ευρωπαίους ηγέτες ότι δεν πρόκειται για ένα ζήτημα μεταξύ της Δανίας και των ΗΠΑ, αλλά μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ. Εναντι του Τραμπ, η Δανία, ως μέλος της ΕΕ, είναι πολύ ισχυρότερη από όσο μόνη της. Ο Τραμπ έχει απειλήσει με επιβολή δασμών στα ευρωπαϊκά προϊόντα, με ένα είδος εμπορικού πολέμου, από τον οποίο δεν εξαιρείται η Δανία».
Σε περίπτωση που ο Τραμπ προχωρήσει σε εμπορικό πόλεμο, η Δανία και η ΕΕ έχουν τρόπο να ασκήσουν πιέσεις στις ΗΠΑ;
«Ναι, η Δανία και η ΕΕ μπορούν να πλήξουν την οικονομία των ΗΠΑ όπως και το αντίστροφο, διότι η Δανία και η ΕΕ εισάγουν πολλά αμερικανικά προϊόντα. Δεν είναι όμως, νομίζω, προς το συμφέρον καμιάς εκ των δυο πλευρών να προχωρήσει σε έναν τέτοιου είδους πόλεμο».
Θεωρείτε ότι ο Τραμπ θα εξακολουθήσει με τις απειλές έναντι της Γροιλανδίας; Στην πρώτη του θητεία είχε ξαναθίξει το ζήτημα αλλά δεν συνέχισε. Τι άλλαξε τώρα, στη δεύτερη θητεία του;
«Η διαφορά τώρα είναι ότι δεν έχει την αγωνία να επανεκλεγεί οπότε πιστεύει ότι έχει μεγαλύτερα περιθώρια δράσης. Και επίσης περιστοιχίζεται αποκλειστικώς από ανθρώπους που συμφωνούν μαζί του. Το 2019, ο Τραμπ έμεινε ευχαριστημένος με την τότε πρωτοβουλία της Δανίας να αυξήσει τη στρατιωτική ενίσχυση της Γροιλανδίας. Την περασμένη Δευτέρα, η κυβέρνηση της Δανίας ανακοίνωσε ένα νέο πακέτο στρατιωτικής ενίσχυσης της Γροιλανδίας και της Αρκτικής, ύψους δύο δισεκατομμυρίων ευρώ, πoσό τεράστιο σε σχέση με το ΑΕΠ της Δανίας.
Αυτό ίσως ικανοποιήσει τον Τραμπ. Υπάρχει πάντως και το ενδεχόμενο όλη αυτή η υπόθεση να εγγράφεται στην επικοινωνιακή στρατηγική του Τραμπ επειδή θέλει να στρέψει το ενδιαφέρον των διεθνών μέσων ενημέρωσης σε κάτι άλλο, και όχι σε κάτι σοβαρό που πιθανώς συμβαίνει στις ΗΠΑ. Τις επόμενες εβδομάδες ίσως αποδειχθεί ότι όλη αυτή η υπόθεση της «αγοράς» της Γροιλανδίας ήταν απλώς ένα επικοινωνιακό τέχνασμα. Μην ξεχνάτε ότι ο Τραμπ είναι πρωτίστως επιχειρηματίας και η επικοινωνιακή του στρατηγική είναι οι συναλλαγές και τα παζάρια».
Εν έτει 2025 μπορεί μια χώρα να αγοράσει νομίμως εδάφη μιας άλλης; Το 1868 οι ΗΠΑ αγόρασαν την Αλάσκα από τη Ρωσία.
«Υπάρχουν πρόσφατες περιπτώσεις κρατών που αγόρασαν εδάφη άλλων χωρών, όπως η Σαουδική Αραβία. Ομως αυτό δεν συμβαίνει στον δυτικό κόσμο, δεν βρισκόμαστε στον 19ο αιώνα. Δυτικές χώρες δεν αγοράζουν εδάφη δυτικών χωρών που είναι στενοί σύμμαχοί τους».
Η Γροιλανδία υπάγεται στη Δανία, όμως τελεί σε καθεστώς ημιανεξαρτησίας. Η Κοπεγχάγη θα αποδεχόταν την ανεξαρτητοποίηση της Γροιλανδίας;
«Από το 2009 η Γροιλανδία έχει δική της κυβέρνηση και αν θελήσει να ανεξαρτητοποιηθεί, η Δανία δεν θα την εμποδίσει. Η σημερινή σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση, αλλά και τα περισσότερα κόμματα στη Δανία, αναγνωρίζουν το δικαίωμα της Γροιλανδίας να ανεξαρτητοποιηθεί. Το 1985 η Γροιλανδία αποχώρησε από την ΕΕ, όμως σήμερα οι περισσότεροι κάτοικοί της τάσσονται υπέρ της επανένταξής τους στην ΕΕ.
Τον Μάρτιο του 2024 η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, εγκαινίασε το γραφείο της ΕΕ στο Νουούκ, την πρωτεύουσα της Γροιλανδίας, και υπέγραψε συμφωνίες συνεργασίας ύψους 94 εκατομμυρίων ευρώ, ενισχύοντας την παρουσία της ΕΕ εκεί. Η Γροιλανδία εξακολουθεί να εξαρτάται οικονομικά από τη Δανία. Αν αξιοποιήσει το αυξημένο αμερικανικό ενδιαφέρον, θα το πράξει με σκοπό να προσελκύσει περισσότερες επενδύσεις».