War refugees from Ukraine at the Ukrainian-Polish border crossing point Krakowiec-Korczowa, Poland 08 March 2022. EPA, Vitaliy Hrabar POLAND OUT
Το διεθνές περιβάλλον εντός του οποίου η Ρωσία εισέβαλε παρανόμως στο ουκρανικό έδαφος χαρακτηρίζεται από έντονη αστάθεια και σειρά προκλήσεων ασφαλείας. Αποκόπτοντας την πολεμική σύγκρουση στην Ουκρανία από τις εξελίξεις σε πλανητικό επίπεδο είναι αδύνατον κανείς να διαπιστώσει τις ουσιαστικές προεκτάσεις αυτού του πολέμου αλλά και το γεωπολιτικό υπόβαθρο που τον προκάλεσε.
Η τελευταία δεκαετία, με έναυσμα την αποκαλούμενη «Αραβική Άνοιξη», υπήρξε μία περίοδος έντονων γεωπολιτικών επιπλοκών με μία σειρά κρίσεων να ξεσπούν σε διάφορα γεωπολιτικά υποσυστήματα του πλανήτη, κρίσεις οι οποίες άλλοτε εξελίχθηκαν σε πόλεμο δι’ αντιπροσώπων (proxy war) και άλλοτε περιορίστηκαν στο πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο.
Υπενθυμίζεται πως πέραν των πολυετών συγκρούσεων σε Λιβύη, Συρία, Ιράκ και Υεμένη με την εμπλοκή μεγάλων δυνάμεων και περιφερειακών δρώντων και την ραγδαία ανάπτυξη του τζιχαντιστικού στοιχείου στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και Αφρική, μόλις το περασμένο έτος έλαβαν χώρα σειρά πραξικοπημάτων στο δυτικό και ανατολικό Σαχέλ της Αφρικής που στο σύνολο τους έχουν ρωσικό πρόσημο λόγω της πολιτικής επιρροής της Μόσχας στις νέες ηγεσίες αλλά και της εμπλοκής Ρώσων μισθοφόρων στο πλευρό τους.
Κρίσεις πολιτικές και στρατιωτικές έλαβαν χώρα και στον πρώην σοβιετικό γεωγραφικό χώρο με κυριότερη τη πολεμική σύγκρουση στο Ναγκόρνο Καραμπάχ προ διετίας αλλά και τις πρόσφατες πολιτικές αναταραχές σε Λευκορωσία και Κιργιζία. Παράλληλα, παρατηρήθηκαν διεργασίες σε διπλωματικό επίπεδο με τη συσπείρωση των τουρκογενών κρατών (κάτω από την ομπρέλα του -μετονομασθέντος πλέον- «Οργανισμού Τουρκογενών Κρατών»), μέρος των οποίων τονίζεται πως συμμετέχουν στο ρωσικής ηγεσίας αμυντικό σύμφωνο CSTO.
- Στην Ασία μόλις πριν μερικούς μήνες ο κόσμος παρακολούθησε την αποχώρηση των Αμερικανών από το Αφγανιστάν και την ανάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν ενώ το περασμένο έτος έλαβαν χώρα εκ νέου συγκρούσεις στο μονίμως ανοικτό μέτωπο του Κασμίρ μεταξύ Iνδίας και Πακιστάν.
Στον Ειρηνικό παρατηρήθηκε έντονη ναυτική δραστηριότητα με την κινεζική εκτός πλαισίου διεθνούς δικαίου αντίληψη περί θαλασσίων ζωνών να προσκρούει στις δυτικές επιδιώξεις για διατήρηση ανοικτών θαλασσών και σεβασμό των κυριαρχικών δικαιωμάτων συμμαχικών χωρών.
Το ζήτημα της Ταϊβάν επανήλθε τις τελευταίες μέρες στο προσκήνιο, την ίδια στιγμή που παραμένει ανεξέλεγκτη η Βόρεια Κορέα ως προς τις πυρηνικές της ικανότητες με τις αμερικανικές προσπάθειες για επίτευξη κάποιας συμφωνίας να ναυαγούν προ τριετίας.
Ανοικτό παραμένει επίσης το ζήτημα του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν αλλά και της πολιτικοστρατιωτικής του επιρροής σε Ερυθρά Θάλασσα, Υεμένη, Συρία και Ιράκ (με νέα ένταση και νέα δεδομένα μετά τις πρόσφατες εκλογές). Ναυτικού χαρακτήρα επιπλοκές παρατηρήθηκαν και σε αυτό το υποσύστημα με αμερικανικά πλοία να εμπλέκονται με ιρανικά και πυραυλικές επιθέσεις από την πλευρά των συμμάχων του Ιράν -Χούθι, να θέτουν εν κινδύνω τις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της Σαουδικής Αραβίας (Aramco) μόλις το περασμένο έτος.
Δραστηριοποίηση υπήρξε και στη Λατινική Αμερική με αμερικανική εμπλοκή στις πολιτικές αναταραχές στη Βενεζουέλα αλλά και σε ευρωπαϊκό έδαφος, στα Βαλκάνια, με τις σερβικές δυνάμεις να βρίσκονται σε κατάσταση συναγερμού στα σύνορα με το Κόσοβο μόλις πριν μερικούς μήνες.
Σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο, την αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας από την Ε.Ε., ακολούθησε η συσπείρωση των Αγγλοσαξόνων με τη συμμαχία AUKUS αλλά και η ελληνογαλλική πρωτοβουλία για ευρωπαϊκού χαρακτήρα συμμαχικές δεσμέυσεις, με την ελληνογαλλική αμυντική συμφωνία να υπογράφεται ως συμπληρωματική του AUKUS εντός του ευρύτερου δυτικού στρατοπέδου.
Τα παραπάνω δε, με την παγκόσμια οικονομία να βρίσκεται σε καθεστώς αναθεωρήσεων και αναδιατάξεων λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας COVID19.
Σε αυτό το ασταθές διεθνές περιβάλλον (όπως επιχειρήθηκε να αποτυπωθεί συνοπτικά παραπάνω), γίνεται απολύτως σαφές πως η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει σοβαρές διεθνείς προεκτάσεις και ρευστό γεωπολιτικό υπόβαθρο.
Ποιές είναι όμως εκείνες οι εκατέρωθεν γεωστρατηγικές επιδιώξεις που οδήγησαν σε αυτή τη σύγκρουση και τί μπορούμε να αναμένουμε στο εξής;
- Η επιθυμία της Δύσης να επιτύχει διπλή ανάσχεση Ρωσίας και Κίνας περνά από τη συγκρότηση ενός ισχυρού πολιτικοστρατιωτικού μετώπου στην Ευρώπη με παράλληλη συστράτευση των συμμάχων σε Μέση Ανατολή, Αφρική και Ασία.
- Ήδη από την περίοδο διακυβέρνησης Ρεπουμπλικανών είχε σταλεί το μήνυμα από την Ουάσιγκτον για την ανάγκη αναβάθμισης των στρατιωτικών ικανοτήτων των Ευρωπαίων και της κάλυψης των συμμαχικών τους υποχρεώσεων στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
Παρά την επιθυμία ενός μέρους των δυτικών μηχανισμών λήψης αποφάσεων η Δύση να προβεί σε ένα modus vivendi με τη Μόσχα, διαφαίνεται πως επικράτησε η θέση πως αν αυτό τελικά συμβεί θα γίνει με όρους που η Δύση θα επιβάλλει στη Ρωσία και όχι με βάση την επιθυμία της Μόσχας να συνομιλεί επί ίσοις όροις με τη Δύση, αφού ούτε τις δυνατότητες της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ενώσεως έχει ούτε την εμπιστοσύνη των δυτικών χωρών και φυσικά του ΝΑΤΟ για κάτι τέτοιο.
Η επέκταση της ρωσικής παρουσίας στη Μέση Ανατολή και στην Αφρική έχει γίνει αντιληπτή από τη Δύση ως κίνδυνος που οφείλει να αντιμετωπιστεί άμεσα, με το «μαλακό υπογάστριο» της Ρωσίας να γίνεται στόχος της δυτικής γεωστρατηγικής.
Η Κίνα γνωρίζει πως η συρρίκνωση της ισχύος της Ρωσίας συνεπάγεται την επιδείνωση της δικής της θέσης, με την ανάσχεση των γεωστρατηγικών επιδιώξεων του Πεκίνου να διευκολύνεται σε αυτό το σενάριο. Είναι αναμενόμενη συνεπώς η υποστήριξη της Ρωσίας από την Κίνα κυρίως στα πεδία της οικονομίας και της διπλωματίας χωρίς φυσικά να αναμένεται οποιαδήποτε στρατιωτική εμπλοκή υπέρ της Μόσχας.
Η παραπάνω συνθήκη αλληλεξάρτησης Ρωσίας και Κίνας στην επιθυμία τους να διατηρήσουν αμφότερες τις ικανότητες προβολής ισχύος τους, δεν αναιρεί το ανταγωνιστικό γεωπολιτικό υπόβαθρο των μεταξύ τους σχέσεων. Μία επανάληψη όμως του ‘72, με τη Δύση να προσεταιρίζεται τη Κίνα με στόχο την αποδυνάμωση της Μόσχας προσκρούει στην κατανόηση από πλευράς Κίνας της θέσης που θα βρεθεί αν αποδυναμωθεί η Ρωσία σε αυτή τη διεθνή συγκυρία.
Η διπλή ανάσχεση Ρωσίας και Κίνας αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις, με δεδομένο πως δεν έχουν επιλυθεί τα πυρηνικού χαρακτήρα ζητήματα της Βόρειας Κορέας και του Ιράν, ενώ στο ζήτημα της Τουρκίας, τα φιλοτουρκικά κέντρα της Δύσης διαφαίνεται πως παρά την επιτηδευμένη ουδετερότητα της γείτονος συνεχίζουν να προτάσσουν τη σύσφιξη των ταραγμένων σχέσεων Δύσης-Τουρκίας πάση θυσία, τονίζοντας την γεωπολιτική της αξία. Φυσικά είναι λογικό η δυτική γεωστρατηγική διπλής ανάσχεσης να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την Τουρκία, αυτό όμως καθιστά παράλληλα σαφές πως τα λάθη των δύο προηγούμενων δεκαετιών, η Δύση είναι αναγκασμένη πλέον να τα αντιμετωπίσει και θα αναγκαστεί να καταβάλει ουσιαστικές προσπάθειες για την αναίρεση τους.
Η υποστηριζόμενη από τη Δύση αποκαλούμενη «Αραβική Άνοιξη», με την εργαλειοποίηση του ισλαμιστικού στοιχείου και την γιγάντωση της οργάνωσης των Αδελφών Μουσουλμάνων έθεσε τη βάση για την αποθράσυνση της Τουρκίας που με βάση το συνεργατικό τρίγωνο Κάταρ-Τουρκία-Αδελφοί Μουσουλμάνοι, έβαλε νερό στο μύλο της διάσπασης μεταξύ συμμαχικών των ΗΠΑ χωρών στη Μέση Ανατολή, ισχυροποιώντας τα ισλαμιστικά και τζιχαντιστικά δίκτυα, οξύνοντας παράλληλα την αντιπαράθεση με το Ισραήλ, την Αίγυπτο και την Ελλάδα και εκβιάζοντας την «ζαλισμένη» Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω του προσφυγικού-μεταναστευτικού το οποίο εργαλειοποίησε.
Στο ευρωπαϊκό πεδίο, η παθητική παρακολούθηση της εξέλιξης της Γερμανίας σε οικονομικό ηγεμόνα και τους τριγμούς που αυτό προκάλεσε και συνεχίζει να προκαλεί μέχρι σήμερα στην Ευρώπη, συνοδεύθηκε από ολιγωρία στην ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το ρωσικό φυσικό αέριο με παράλληλη προσπάθεια κατευνασμού του νεο-οθωμανικού αναθεωρητισμού της Άγκυρας κυρίως από πλευράς Βερολίνου, θέτοντας έτσι τις βάσεις για την προβολή των επεκτατικών παράνομων βλέψεων της Τουρκίας στην ανατολική Μεσόγειο (όπως αποτυπώνονται στη στρατηγική της Γαλάζιας Πατρίδας) δημιουργώντας ζητήματα ασφαλείας μεταξύ συμμαχικών θεωρητικά χωρών εξίσου κρίσιμων στη δυτική αρχιτεκτονική ασφαλείας.
- Επιπλέον, ο διχασμός που προκλήθηκε κατά τη διάρκεια διακυβέρνησης Ντόναλντ Τραμπ, όξυνε τις αντιθέσεις στο εσωτερικό των δυτικών χωρών με παράλληλη ενίσχυση εθνικιστικών στοιχείων, ενώ αυτή η πρωτοφανής πολιτική αντιπαράθεση έλαβε ανησυχητικές διαστάσεις στο εσωτερικό της υπερδύναμης κυρίως τις ημέρες της εκλογικής διαδικασίας του 2020.
Συνδυαστικά με τα παραπάνω, η πολυετής αμερικανική «τριβή» σε Αφγανιστάν και Ιράκ και η διαχρονική αδυναμία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων, έδωσαν στη Μόσχα και στο Πεκίνο τον απαραίτητο χώρο και χρόνο ώστε να αναβαθμίσουν τις ικανότητες προβολής ισχύος τους και να προχωρήσουν στην εφαρμογή των γεωστρατηγικών τους επιδιώξεων, με τη Ρωσία να αποκτά ναυτικές βάσεις στη Μεσόγειο αναβαθμίζοντας παράλληλα την εμπλοκή της στην Αφρική, τη δε Κίνα να αυξάνει ραγδαία την οικονομική και κατά συνέπεια πολιτική της διείσδυση σε Ασία, Αφρική, Ευρώπη αλλά και Λατινική Αμερική, με τον «νέο δρόμο του μεταξιού» (OBOR Initiative) να γίνεται αντιληπτός πλέον ως ξεκάθαρη απειλή έναντι των δυτικών συμφερόντων.
Επιστρέφοντας στο πεδίο της ουκρανικής σύγκρουσης, η αρχική εκτίμηση για περιορισμένη χρήση βίας από πλευράς Ρωσίας κυρίως στους θύλακες του Ντονμπάς, εξελίχθηκε σε ολοκληρωτικό πόλεμο με στόχο την εξουδετέρωση των στρατιωτικών δυνατοτήτων της Ουκρανίας, την κατάληψη του μεγαλύτερου μέρους των εδαφών αν όχι του συνόλου και την μετατροπή της χώρας σε ρωσικό προτεκτοράτο. Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές διαφαίνεται πιθανή η μεταφορά της σύγκρουσης εντός αστικού ιστού με επιμήκυνση σαφώς των εχθροπραξιών και παραγοντική αύξηση των απωλειών.
Η πιθανότερη έκβαση είναι η επικράτηση εν τέλει της Ρωσίας παρά τις (μη αναμενόμενες ενδεχομένως για πολλούς) επιχειρησιακές δυσκολίες όπως αυτές αποτυπώνονται τις δέκα πρώτες ημέρες των συγκρούσεων. Πέραν της προφανούς εμπλοκής των ΗΠΑ μέσω παροχής κρίσιμων πληροφοριών στην ηγεσία του Κιέβου, διαφαίνεται πως τα δυτικά επιτελεία εξήγαγαν κρίσιμα συμπεράσματα από την εμπλοκή της Μόσχας στη Συρία τα οποία είναι σε θέση πλέον να εκμεταλλευτούν. Σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να υποτιμάται η ρωσική στρατιωτική ισχύς ούτε η ικανότητα της να καταλάβει στρατηγικής σημασίας στόχους εντός ουκρανικού εδάφους.
Η πιθανή επικράτηση της Ρωσίας ωστόσο στην Ουκρανία (η οποία φυσικά θα κριθεί στους όρους τερματισμού των εχθροπραξιών) δεν συνεπάγεται ισχυροποίηση της θέσης της διεθνώς. Αντιθέτως, μία «πύρρειος νίκη» στην Ουκρανία ενδεχομένως να είναι για τη Ρωσία η αρχή της αποδυνάμωσής της σε αυτή τη νέα φάση πλανητικών ανακατανομών ισχύος με τη Δύση να αναβαθμίζει περαιτέρω τα ερείσματά της στον πρώην σοβιετικό γεωγραφικό χώρο.
Σε κάθε περίπτωση, οι προκλήσεις είναι ήδη πολλές. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψιν πως η Ρωσία δεν αντέχει δεύτερη ταπείνωση από τη Δύση και αυτό την καθιστά διπλά επικίνδυνη. Η επιταχυνόμενη στροφή προς τη Δύση χωρών του πρώην σοβιετικού γεωγραφικού χώρου, που από τη Μόσχα γίνεται αντιληπτός ως ζωτικής σημασίας για τα συμφέροντα της, είναι δεδομένο πως θα ερμηνευθεί από τον ρωσικό μηχανισμό λήψης αποφάσεων ως αναβαθμισμένη ευθεία απειλή και θα πρέπει να θεωρείται εξαιρετικά πιθανό πως θα την εξωθήσει σε νέα επιθετική πρωτοβουλία (σε επίπεδο προπαγάνδας ας μη διαφεύγει της προσοχής μας η προβολή των Τσετσένων του Καντίροφ σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν και τη Γεωργία).
- Η κλιμάκωση των εν εξελίξει κρίσεων με ενδεχόμενο δεύτερο γύρο αντιπαράθεσης σε Συρία, Λιβύη, Σαχέλ και κεντρική Ασία ίσως οδηγήσει τη Μόσχα σε μερική αναδίπλωση, με τον κίνδυνο ωστόσο της ενεργοποίησης εν υπνώσει «ρηγμάτων» (συμπεριλαμβανομένων των Βαλκανίων μεταξύ άλλων) και της ραγδαίας κλιμάκωσης της έντασης στη Μέση Ανατολή και Αφρική να ελοχεύει.
Η δε Κίνα, δεν έχει προβάλει μέχρι σήμερα την στρατιωτική ισχύ ως μέσο επίτευξης πολιτικών στόχων πέραν της ναυτικής παρουσίας στον Ειρηνικό. Ενδεχόμενη στρατιωτικοποίηση της κινεζικής εξωτερικής πολιτικής, είναι βέβαιο πως θα οδηγήσει σε σειρά επιπλοκών ασφαλείας που άπτονται των ζητημάτων μεταξύ Νότιας και Βόρειας Κορέας, της Ταϊβάν, των θαλασσίων ζωνών του Ειρηνικού αλλά και των ανακατονομών ισχύος της κεντρικής και νότιας Ασίας.
Έτερος κίνδυνος είναι αυτός που προκύπτει από τον επεκτατισμό της Άγκυρας και την αμφίσημη στάση του Πακιστάν, με την εμπλοκή της πρώτης σε Καύκασο, βόρεια Αφρική, Μεσόγειο, Λεβάντε αλλά και Βαλκάνια (τονίζεται η στρατηγική σχέση Αλβανίας-Τουρκίας) μέσω των ισλαμιστικών δικτύων και της στρατιωτικής της εμπλοκής, να συνοδεύεται από εκβιασμούς με αντάλλαγμα την πλήρη συμμετοχή της στους δυτικούς σχεδιασμούς.
Τονίζεται δε, πως το συμμαχικό της Πακιστάν τοποθετείται με αμφίσημο τρόπο στο διεθνές σύστημα και δεν πρέπει να υποτιμάται η κινεζική διείσδυση, με τα επενδυτικά προγράμματα δισεκατομμυρίων σε υποδομές να μετατρέπονται ήδη σε πολιτική επιρροή. Η στρατηγική σχέση Τουρκίας-Πακιστάν θα πρέπει να προβληματίσει τους δυτικούς μηχανισμούς λήψης αποφάσεων για μία σειρά λόγων, περιλαμβανομένης της κρίσιμης για τους διεθνείς συσχετισμούς ισχύος στάσης της Ινδίας.
Η Δύση θα αντιμετωπίσει σοβαρές προκλήσεις ασφαλείας με το ουκρανικό δυστυχώς να γίνεται αντιληπτό ως η αρχή μίας νέας συγκρουσιακής περιόδου με επικράτηση της στρατιωτικής ισχύος έναντι των ούτως ή άλλως αδύναμων αρχών του Διεθνούς Δικαίου (λόγω της αδυναμίας επιβολής τους δίχως χρήση βίας στον παραβάτη).
Η κυριαρχία της θα τεθεί εν κινδύνω αν δεν καταφέρει να αποφύγει ισχυρές μέχρι σήμερα θέσεις στο εσωτερικό της που πηγάζουν από τους ίδιους κύκλους που την έφεραν σε αυτό το σημείο αμφισβήτησης με χαρακτηριστικό τους την έπαρση και τις ψευδαισθήσεις, που από τη μία πλευρά συμπυκνώθηκαν στο «Τέλος της Ιστορίας» και την υποτίμηση της δυναμικής αντιπάλων και λαών και από την άλλη, σε κάποια υποτιθέμενη επικράτηση της παγκοσμιοποιημένης φιλελεύθερης οικονομίας έναντι των κρατικών συμφερόντων και της ισχύος.
Σε κάθε περίπτωση, η στρατιωτική ισχύς της Δύσης θα συνεχίσει με περισσότερη μάλιστα ένταση να συνοδεύει τις γεωπολιτικές της επιδιώξεις έναντι ανταγωνιστικών κρατών και σχημάτων με το διεθνές περιβάλλον ωστόσο να απαιτεί εύστοχους χειρισμούς για την επίτευξη ρεαλιστικών στόχων.
Υγ1. Είναι τουλάχιστον οξύμωρο οι κύκλοι που προωθούσαν την αποδοχή των τετελεσμένων της εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής στη Κύπρο μέσω του εξισωτικού μεταξύ θύτη και θύματος σχεδίου Ανάν και των σχεδίων που ακολούθησαν, καθώς επίσης οι υμνητές της Μαδρίτης και της αποδοχής από πλευράς ελληνισμού των τάχα δικαίων της Άγκυρας στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο, να διαρρηγνύουν σήμερα τα ιμάτιά τους απαιτώντας τον «στραγγαλισμό» της Ρωσίας. Τα δύο μέτρα και δύο σταθμά είναι δεδομένο πως οδηγούν σε καταστροφές. Μοναδική στρατηγική για Ελλάδα και Κύπρο η αποτρεπτική ισχύς έναντι του νεο-οθωμανικού επεκτατισμού και η προσεκτική τοποθέτηση στις επερχόμενες κρίσεις του διεθνούς συστήματος παρά τις όποιες καλοπροαίρετες ή μη εγγυήσεις και προτροπές.
ΥΓ2. Η ανακοίνωση του ύψους 100δις εξοπλιστικού προγράμματος της Γερμανίας με τον παράλληλο αποκλεισμό κάθε τι ρωσικού στην Ευρώπη έχει μουδιάσει τον δημοκρατικό κόσμο. Η Μόσχα πρέπει να πληρώσει ακριβά την παράνομη εισβολή της στο ουκρανικό έδαφος. Αυτό δεν μπορεί να γίνει όμως δικαιολογία για διαφόρων ειδών εκτροπές. Οι ήδη δοκιμαζόμενες δημοκρατίες του δυτικού κόσμου, αλίμονο αν θεωρηθούν αδυναμία στη σύγκρουση με απολυταρχικά καθεστώτα. Θα αποτελεί μία a priori ήττα που θα έχει άμεση συνέπεια τον διχασμό στο εσωτερικό των κοινωνιών μας.
Υγ3. Η Τουρκία αυτή τη στιγμή απαιτεί…Είναι ζωτικής σημασίας να γνωρίζουμε τί ακριβώς απαιτεί. Είναι επίσης ζωτικής σημασίας να είμαστε ένα βήμα μπροστά σε ενδεχόμενες εξελίξεις στην περιφέρειά μας.
*Γεωπολιτικός Αναλυτής-Ερευνητής
- Τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν απαραίτητα τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.
ΟΛΕΣ ΟΙ ΓΝΩΜΕΣ, ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ΕΔΩ ΚΑΙ ΕΔΩ
Έχοντας το ταλέντο του μονίμως χαμένου: Πρωταγωνιστές και απλοί οπαδοί στο θέατρο του πολέμου
Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE
Το πρωτότυπο άρθρο Hellasjournal.com .
ανήκει στο
