Τα προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης θα πρέπει να καθιστούν σαφές πως τα μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά σχέδια των κρατών-μελών εξασφαλίζουν σταδιακή πτωτική πορεία του δημόσιου χρέους προς συνετά επίπεδα και διατηρήσιμη ανάπτυξη μέσω της σταδιακής εξυγίανσης, των επενδύσεων και των μεταρρυθμίσεων
Πραγματική αγωνία αναδύεται από τις δηλώσεις τόσο του αντιπρόεδρου της Κομισιόν Β. Ντομπρόβσκις όσο και του επιτρόπου Οικονομικών Υποθέσεων Π. Τζεντιλόνι, σχετικά την αβεβαιότητα που προκαλεί για την ευρωπαϊκή οικονομία ο πόλεμος στην Ουκρανία.
«Πρόκειται για μια δύσκολη περίοδο για την ευρωπαϊκή οικονομία και τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενές μας. Μετά από μια ισχυρή αντίδραση της ΕΕ στην πανδημία, αντιμετωπίζουμε τώρα νέα αβεβαιότητα με τη βάρβαρη ρωσική επίθεση στην Ουκρανία, σε συνδυασμό με υφιστάμενες προκλήσεις, όπως ο πληθωρισμός και οι υψηλές τιμές ενέργειας. Αναπόφευκτα, οι κυρώσεις μας θα έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία. Είναι όμως ένα τίμημα που αξίζει να πληρώσουμε για να προασπίσουμε τη δημοκρατία και την ειρήνη. Τα τελευταία χρόνια έχουμε ήδη ενισχύσει την οικονομική μας ανθεκτικότητα και πρέπει τώρα να παραμείνουμε σε καλό δρόμο, να διατηρήσουμε την ενότητά μας και να εξασφαλίσουμε τον στενό συντονισμό των δημοσιονομικών μας πολιτικών. Αυτό θα είναι το κλειδί για τη διατήρηση μιας σταθερής και βιώσιμης αναπτυξιακής πορείας στο σημερινό ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον», υπογράμμισε ο κ. Ντομπρόσβκις.
«Παραμένουμε ενωμένοι και ενωμένες απέναντι στη βάναυση επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία και σε όλες τις αξίες που θεωρούμε σημαντικές. Χάρη στην κοινή μας απόκριση πολιτικής, οι οικονομίες μας μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν τη θύελλα που προκάλεσε η πανδημία και η νέα αυτή κρίση απαιτεί εξίσου στενό συντονισμό των οικονομικών και δημοσιονομικών μας αποφάσεων. Οι κατευθυντήριες γραμμές που παρουσιάζουμε σήμερα λαμβάνουν υπόψη όσα γνωρίζουμε -την ανάλυση στην οποία βασίζονται οι χειμερινές μας προβλέψεις-, με την επιφύλαξη ότι υπάρχουν πολλά που δεν γνωρίζουμε σήμερα. Η αβεβαιότητα και οι κίνδυνοι έχουν αυξηθεί σημαντικά και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι κατευθυντήριες γραμμές μας θα πρέπει να επικαιροποιηθούν ανάλογα με τις ανάγκες, το αργότερο την άνοιξη», τόνισε από μεριάς του ο κ. Τζεντιλόνι.
Η Κομισιόν σε μια προσπάθεια να ελεγξιε όσο γίνεται τις εξελίξεις καθορίζει τις βασικές αρχές που θα διέπουν την αξιολόγηση των προγραμμάτων σταθερότητας και σύγκλισης των κρατών-μελών από την Επιτροπή.
5 σημεία-οδηγίες
Η ανακοίνωση της Κομισιόν θέτει 5 βασικές αρχές και υπογραμμίζει τις συνέπειες για τις δημοσιονομικές συστάσεις τις οποίες η Επιτροπή θα προτείνει στα κράτη-μέλη τον Μάιο του 2022 για τα δημοσιονομικά τους προγράμματα το 2023.
Οι αρχές αυτές είναι οι εξής:
- θα πρέπει να διασφαλιστούν ο συντονισμός των πολιτικών και ένα συνεκτικό μείγμα πολιτικών·
- η βιωσιμότητα του χρέους θα πρέπει να διασφαλιστεί μέσω σταδιακής και υψηλής ποιότητας δημοσιονομικής προσαρμογής και μέσω της οικονομικής ανάπτυξης·
- θα πρέπει να δοθεί ώθηση στις επενδύσεις και τη βιώσιμη ανάπτυξη·
- θα πρέπει να προωθηθούν δημοσιονομικές στρατηγικές που συνάδουν με μια μεσοπρόθεσμη προσέγγιση της δημοσιονομικής προσαρμογής, λαμβάνοντας υπόψη τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας· και
- οι δημοσιονομικές στρατηγικές θα πρέπει να διαφοροποιούνται και να λαμβάνουν υπόψη τη διάσταση της ζώνης του ευρώ.
Η συντονισμένη δημοσιονομική αντίδραση των κρατών-μελών στη σοβαρή οικονομική ύφεση που προκλήθηκε από την πανδημία της Covid-19, η οποία διευκολύνεται από την ενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής και στηρίζεται από δράσεις σε επίπεδο ΕΕ, υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχής. Ο συνεχής στενός συντονισμός των δημοσιονομικών πολιτικών παραμένει καίριας σημασίας στις σημερινές συνθήκες αστάθειας, προκειμένου να εξασφαλιστούν τόσο η ομαλή μετάβαση προς μια νέα και βιώσιμη πορεία ανάπτυξης όσο και η δημοσιονομική βιωσιμότητα. Με βάση τις χειμερινές οικονομικές προβλέψεις του 2022, η Επιτροπή είναι της άποψης ότι η μετάβαση από έναν υποστηρικτικό συνολικό δημοσιονομικό προσανατολισμό την περίοδο 2020-2022 προς έναν γενικά ουδέτερο συνολικό δημοσιονομικό προσανατολισμό φαίνεται κατάλληλη το 2023, ενώ βρίσκεται σε ετοιμότητα για να αντιδρά στην εξελισσόμενη οικονομική κατάσταση.
Η αναγκαία δημοσιονομική αντίδραση στην πανδημία της Covid-19 και η συρρίκνωση της παραγωγής έχουν οδηγήσει σε σημαντική αύξηση των δεικτών δημόσιου χρέους, ιδίως σε ορισμένα κράτη-μέλη με υψηλό χρέος, αν και χωρίς αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους. Για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους απαιτείται πολυετής δημοσιονομική προσαρμογή σε συνδυασμό με επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις, ώστε να μην πληγεί το αναπτυξιακό δυναμικό. Η Επιτροπή είναι της άποψης ότι είναι σκόπιμη η έναρξη σταδιακής δημοσιονομικής προσαρμογής για τη μείωση του υψηλού δημόσιου χρέους από το 2023, ενώ μια υπερβολικά απότομη εξυγίανση θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την ανάπτυξη και, ως εκ τούτου, τη βιωσιμότητα του χρέους.
Η μετάβαση των οικονομιών της ΕΕ προς μια πορεία υψηλότερης βιώσιμης ανάπτυξης και η αντιμετώπιση των προκλήσεων της πράσινης και της ψηφιακής μετάβασης θα πρέπει να συνιστούν κορυφαία προτεραιότητα για όλα τα κράτη-μέλη. Ο μηχανισμός ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (ΜΑΑ), ο οποίος βρίσκεται στο επίκεντρο του NextGenerationEU και θα παράσχει έως και 800 δισ. ευρώ σε πρόσθετη χρηματοδότηση, μπορεί μεν να συμβάλει στη διασφάλιση της διττής μετάβασης, όμως η Επιτροπή είναι της άποψης ότι στο πλαίσιο των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών σχεδίων θα πρέπει να προωθηθούν και να προστατευθούν εθνικά χρηματοδοτούμενες δημόσιες επενδύσεις υψηλής ποιότητας.
Τα προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης θα πρέπει να καθιστούν σαφές πως τα μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά σχέδια των κρατών-μελών εξασφαλίζουν σταδιακή πτωτική πορεία του δημόσιου χρέους προς συνετά επίπεδα και διατηρήσιμη ανάπτυξη μέσω της σταδιακής εξυγίανσης, των επενδύσεων και των μεταρρυθμίσεων.
Το πρωτότυπο άρθρο Οικονομία – CircoGreco .
ανήκει στο